Ναρκωτικά στην εφημερίδα
Κυριακή πρωί! Η γυναίκα του κι η κόρη του έφευγαν για τον Κυριακάτικο περίπατό τους υπό το φως ενός ήλιου που έδειχνε Ελλάδα. Ο κύριος Ευθύμης θα ήθελε πολύ να τις συνοδέψει, ωστόσο απολάμβανε περισσότερο ένα ήσυχο καφεδάκι στο μπαλκόνι του, συντροφιά με την εφημερίδα του.
Αφού η σύζυγος κι η κόρη του έφυγαν -έχοντας πρώτα σερβίρει τον άντρα του σπιτιού- σοβαρός, με τις πιτζάμες του ακόμα, βγήκε στο μπαλκόνι. Έκατσε στην καρέκλα του, αυτή με το καλύτερο μαξιλάρι και ξεδίπλωσε την εφημερίδα του.
Σοβαρές πολιτικές εξελίξεις, συμβούλια, νόμοι, νομοσχέδια, εγκληματικότητα και ο κύριος Ευθύμης να τα διαβάζει όλα αχόρταγα, νιώθοντας φόβο για το αύριο, αλλά και ένα είδος ικανοποίησης που είναι μέσα στα πράγματα.
Μα αυτό που τον τρομάζει πιο πολύ από όλα δεν το έχει διαβάσει ακόμα.
« ΕΞΑΡΘΡΩΘΗΚΕ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΠΟΥ ΔΙΑΚΙΝΟΥΣΕ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΜΕΣΑ ΣΕ ΚΡΑΓΙΟΝ», αναφέρει το αστυνομικό ρεπορτάζ και κάνει τον κύριο Ευθύμη να τιναχτεί από την καρέκλα του και να τρέξει στο δωμάτιο της κόρης του. Βρίσκει την τουλέτα της και αδειάζει όλα της τα κραγιόν από το συρτάρι, επάνω στο κρεβάτι. Ύστερα, αρχίζει να τα δοκιμάζει όλα ένα- ένα. Όταν βάζει κάποιο στα χείλη του, αφήνει να περάσουν μερικά λεπτά, να δει αν έχει κάποια παρενέργεια κι έπειτα προχωράει στο επόμενο.
Ξάφνου, νιώθει ότι κάποιος πίσω του τον παρακολουθεί! Τρομοκρατημένος, γυρίζει σιγά-σιγά το κορμί του. Ακούει καθάρα την ανάσα του αγνώστου στην πόρτα να τον απειλεί. Τελικά, αντικρίζει το πρόσωπο του παρατηρητή του και δεν είναι άλλο από την γυναίκα και την κόρη του που στέκουν και τον κοιτούν απορημένες.
«Τι ακριβώς κάνεις εκεί;» τον ρωτάει η γυναίκα του καθώς βλέπει το πρόσωπό του γεμάτο χρώματα από κραγιόν.
« Διάβασα στην εφημερίδα ότι βάζουν ναρκωτικά στα κραγιόν. Ήθελα να διαπιστώσω από μόνος μου αν η κόρη μας παίρνει ναρκωτικά», δικαιολογείται ο κ. Ευθύμης εντελώς φυσικά.
Οι δύο γυναίκες κοιτάζουν μπερδεμένες!
« Μαμά, νομίζω ότι βάζουν ναρκωτικά στην εφημερίδα!»